τερψιλαρύγγιο

формы словаβ
τερψιλαρύγγιο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово τερψιλαρύγγιο? —


καπλάνιερευνημένοςμπάτσικααγγειοπλαστικήαρτεμισίατρωϊκόςφάραμαλλάκιωκεάνειοςκαταψυκτικόςασχετοσύνηαντικαταστάτηςφαρμακάδασκουφώνωγνωμάτευσηαχρειολογίααναφλέγωαστικοποίησηκριθάριυπερθερμίακωλοσούρνω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit