|
η 1) бой со слонами; 2) бой слонов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бой со слонами? — ελεφαντομαχία как на (ново)греческом будет слово бой слонов? — ελεφαντομαχία как с (ново)греческого переводится слово ελεφαντομαχία? — бой со слонами, бой слонов — χλωροφορμικός — διυφαίνω — σαμποτέρ — ερτσιανά — δαμαλήσιος — στοχαστής — ελλοβοκαρπος — μισοντυμένος — μηχανοκάϊκο — ελεεινολογία — αμυγδαλάτο — αρμπαρόρριζα — παφίλι — μουνοχύσιμο — σιτοβολώνας — αντικατοπτρισμός — βεληνεκές — κακοτυχώ — αφόβητος — ιδεογραφίο — τίγκι-τάγκας |
|||