|
το деревушка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово деревушка? — χωριουδάκι как с (ново)греческого переводится слово χωριουδάκι? — деревушка — καζαντίζω — προβοσκιδοφόρος — πρωτάρχισμα — παινιέμαι — ελάφρωση — Σόδομα — σκοτωτός — γκερντανλής — Κολωνάκι — δουγένι — σακχαρολαβίς — σάγουλα — ποδηλατοδρόμος — παροπλίζω — ηλεκτροφωτίζω — λιτός — τρόχισμα — τραβηχτός — καταδρομή — υπνοβάτης — κυβερνοχώρος |
|||