|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναδιαπλάθω? — — εξερχόμενος — τρόφιμος — απόπιωμα — έντριψη — σφήξ — αναπλαστία — κάννα — αποθησαύριση — ματαιοδοξία — αμελάνιαστος — μικροεπιχειρηματίας — αντίκρουση — παγόδα — τουφέκι — στομφώδης — αμαρτάνω — αντίρροπο — ανδραγάθημα — μυθοπλαστία — περιχαράκωση — σαρκοφαγώ |
|||