Новогреческий словарь
αρρωστημένος
αρρωστημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρρωστημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεγαλοπραγμοσύνη
—
γκιζεράω
—
γαμπιέρης
—
διεγγύησις
—
εκάλεσα
—
ταχύγλωσσος
—
ρητίνευση
—
χρυσόψυχος
—
λάμα
—
ωκεανογραφία
—
φεζάνι
—
αταχυδρόμιστος
—
κρεμάω
—
ακακοποίητος
—
ποικιλμένος
—
ραντισμός
—
ντεκωβίλ
—
αλατοπηγία
—
διαβολόκαιρος
—
αποατομικοποιημένος
—
μουδιάστρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω