|
το (чаще мн.ч.) кровяной шарик; λευκά ~ια — лейкоциты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кровяной шарик? — αιμοσφαίριο как с (ново)греческого переводится слово αιμοσφαίριο? — кровяной шарик — εξηκονταετής — ανταποκριτής — διαμαστιγώ — αντεξάγω — φιλοπατρία — παρακράτημα — χαμόδεντρο — αντιρρίμι — έκκαυμα — μεζελίκι — ψαλιδοκέρι — ρομβοειδής — χαιρετίζω — ρεφενίζω — απογαλάκτιση — εδώ — πολυανθής — αγκιστροειδής — ατσαλόκορμος — τερεβινθικός — αμπόλιασμα |
|||