|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σεισμογενής? — — αλώπηξ — αναμόλυνση — επίστεψη — ρόγος — έποικος — βουτυροειδής — φυσιογνώστης — φραίνωμαι — σιντέφι — μετακάρπιον — απαξία — αφλόγωτος — παντρολόγημα — ανακλώθω — θαλασσίλά — αποτελειωμός — αγιοδημητριάτικο — ακατασκεύαστος — φέξιμο — πάτωμα — ημιλαρχία |
|||