Новогреческий словарь
συνεργαζόμενος
συνεργαζόμενος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνεργαζόμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ακόντισμα
—
χορταστικός
—
προσθαλασσώνω
—
επίσχεστρον
—
κοτολέττα
—
ελεημοσύνη
—
κυανός
—
εκτελώνιση
—
στεφανωμένος
—
ξεμανίκωτος
—
κολιτσάγγαρος
—
Αρναούτης
—
σεβιότ
—
καπνό
—
κύηση
—
αμπελουρίδα
—
ρικνούμαι
—
ποτήρι
—
αποτέλεσμα
—
εκτελώ
—
άμυλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,