|
η муз. волынка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово волынка? — τσαμπούνα как с (ново)греческого переводится слово τσαμπούνα? — волынка — λογιστικός — δενδροκομία — αστίατρος — μεγαλοφάνταστος — υαλωτός — σύσταση — βαλλιπέδιον — Λωτοφάγοι — λαχειοφόρος — ακατέργαστος — βλεπές — κατάντεμα — υδατοποσία — ζατρίκονί — καφεπότιδα — φρύξη — μαυροφρύδης — ενδοκυβερνητικός — εξώπλασμα — αναμαζωξάρα — ασμίκρυντος |
|||