|
το шелковичный червь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шелковичный червь? — μεταξοσκούληκο как с (ново)греческого переводится слово μεταξοσκούληκο? — шелковичный червь — φτωχεύω — αυτανάφλεξη — μονώνω — ερωτοπληξία — μεγαλούτσικος — τρίεδρος — στοιχείωμα — μεσοκαιρίτης — σκώπτω — αβγοειδής — φαντασμένος — πετρογένεση — διαφόριση — κωνικός — σιτώ — ανατάραξη — δίκοπος — σπείρωμα — ανεντρόπιαστος — πεποίθηση — πρανής |
|||