|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οπορτουνισμός? — — άνθι — παραμπρός — ανελαστικότητα — θερμοκηπιακός — σφράγιση — καταλλήλως — αντιφωνία — ασύμπλεκτος — βαρελοποιία — κλέπτω — ματσαράγκας — οδόστρωμα — αρχήθεν — ευφυολογία — κραδαίνω — βιογραφώ — καλοκαιριάζω — αποξεχνώ — πλαγιοκαλπασμός — ελληνομαθής — αυτοβαφής |
|||