|
ο мягкосердечный человек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мягкосердечный человек? — τρυφερόκαρδος как с (ново)греческого переводится слово τρυφερόκαρδος? — мягкосердечный человек — βρωμόγλωσσα — αχειρία — ατομικιστικός — κνισμός — μυούμαι — αποτροπιαστικός — μαθαίνω — χρονολογούμαι — οροπέδιο — εκκαθαρίζω — παρασούσουμος — μονοκάταρτος — ευθετώ — θαρραλεότητα — βυσσινόκηπος — πλάνταγμα — αηδόνισμα — σαράφικο — ανδρωνίτης — τυποκρατία — κομπιάζω |
|||