Новогреческий словарь
ψαλτικός
ψαλτικός
поющий; певчий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поющий
? —
ψαλτικός
как на
(ново)греческом
будет слово
певчий
? —
ψαλτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψαλτικός
? — поющий, певчий
#
(ново)греческий словарь
—
ατιμασμός
—
συλλαβιστά
—
αντάρτης
—
ζαλίκι
—
λιποαιμία
—
λαίμαργα
—
λογικότητα
—
αργατικό
—
καμαρωτός
—
εθνικιστής
—
μαργαϊκός
—
αναμεσαριά
—
γυμνό
—
δίψα
—
λίκνισμα
—
κουρεμένος
—
πρασινωπός
—
βλαστοφόρος
—
αμαξηλατώ
—
ασύνακτος
—
ανευφημία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,