Новогреческий словарь
γροθοκοπάνημα
γροθοκοπάνημα
το
удар кулаком; драка
(кулаками)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
удар кулаком
? —
γροθοκοπάνημα
как на
(ново)греческом
будет слово
драка
? —
γροθοκοπάνημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
γροθοκοπάνημα
? — удар кулаком, драка
#
(ново)греческий словарь
—
ελληνίστρια
—
λεπτολόγος
—
αναμάρτητο
—
παμμακάριστος
—
φρενήρης
—
δίυγρος
—
αμάρτημα
—
πανσές
—
μοντερνιστικός
—
αεριογόνος
—
τουρκομερίτικος
—
βιάζομαι
—
άγραπτος
—
πελνδνότης
—
κογχύλιο
—
επιλέξιμος
—
αποψιλώνω
—
ιαματικά
—
αμυγδαλίτιδα
—
όνειος
—
απαρνιούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве