|
интернациональный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово интернациональный? — διεθνιστικός как с (ново)греческого переводится слово διεθνιστικός? — интернациональный — μισοξαπλώνομαι — άζηλος — καραβόσκοινο — βέρτζινος — εκπυρσοκρότηση — βοναπαρτισμός — σπαθωτός — καλοπέραση — βράβευση — ακαμψία — γινατσής — εγκλωβισμός — Ρούσος — κολυμβώ — μυρίζομαι — τροφικός — επιτείχω — θεά — ενδεσμος — ποινικολόγος — ματσαράγκα |
|||