|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λογικά? — — πετρελαιοαγωγός — εξανέστην — μοιραρχίς — μηχανεύομαι — νεκρώνω — δαχτυλήθρα — αποτύπωση — παρατυχούσα — επταετής — χονδρομέταξα — εκφύομαι — ρίχτω — φραγκορράφτης — γαιανθρακαποθήκη — ξετυλίζομαι — μηκωνέλαιον — αριδιάζω — ζαχαροπλάστισσα — καθήκον — συκωτάκι — ισόκλινος |
|||