|
το снегомер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово снегомер? — χιονόμετρο как с (ново)греческого переводится слово χιονόμετρο? — снегомер — διαστροφή — αντίσκομμα — φουντουκιά — βαρβατίλα — ρεκλαματζής — ακούρντιστος — άμελγμα — συγκλίνω — ἀναστάτωσις — αχρωματωπία — αποβαρβάρωση — αναγγελία — μελαγχροινός — αναθεώρηση — ενδελεχής — πιτζαμάκι — ενδώσμωσις — αρτηρίτιδα — ανίπταμαι — χόρευμα — γραυς |
|||