|
I προστ. от βγαίνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово έβγα? — — βοτανολογω — επαμειβόμενος — δίαρμα — οργανίδιο — εκπήδηση — ίδια — βλογιάζω — κλιμακοστάσιο — λάρυγξ — ακτινομετρία — λεξικογράφος — κολασμός — μώλος — γονότυπος — πορτοκαλής — κοντούτσικος — πρόκα — χιλιαπλάσιος — ψωμοπάτης — απαρέσκομαι — ασταμάτητος |
|||