|
ο коршун #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коршун? — μίλβος как с (ново)греческого переводится слово μίλβος? — коршун — αχεριώνα — τρεχάλα — χιονορραγία — γινόμενο — αποκαλυπτικός — συνοδοιπορία — καμένος — έμβιος — αντίς — οἰκίσκος — ψηφοθήρας — μανουσάκι — σούτος — λείμμα — χρυσοχοϊκός — οικονομιέμαι — ψαχουλευτός — αντιζυγιάζω — ντούγα — αυτοέπαινος — ατιμωτικά |
|||