|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξανασηκώνω? — — εκπίεση — λεμονί — εκτελωνιστικός — φηκάρι — ανισότητα — γαβάρα — μάσημα — σιδηρουργία — ρόφηση — άρα — κρυφομουρμούρισμα — οδοντογλυφίδα — εξαερώνω — συνταγματικότητα — δημοσίευση — συζητητικώς — αστραχάν — τιθασσεύω — πιατάκι — ανθοκομείο — πυρηνελαιουργείο |
|||