|
(-εως) η геол. складка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово складка? — στολίδωσις как с (ново)греческого переводится слово στολίδωσις? — складка — εφοπλισμός — ανύδρευτος — αντεπαναστάτης — συκάμινο — βαθύτητα — ξεπαγιασμός — έκθυμος — ποτήριον — σπαγκοραμμένος — αναλόγως — γυναικοκουβέντα — αποκοιμιούμαι — πεσιμιστικά — βοτάνι — ρεβίθι — μίλβος — στακκάτο — σκουπιδιάρισσα — αιτιατός — μονιμοποιούμαι — χαμαίζηλος |
|||