|
αόρ. от θέτω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово έθεσα? — — περιφρονητός — υποδύομαι — άθεη — απειροστός — διαλύσιμος — γεωτρία — χαμπαρίζω — ιατρεύω — σμίξιμο — δυστύχημα — ελάχιστα — κούρσος — μπιμπελό — αγουροθερίζω — εντριπτικός — αδελφικότης — γλυκασιά — δυσπραγώ — καμίνευση — υαλωτός — τροχαϊκός |
|||