|
το снятие с мели (судна) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово снятие с мели? — ξεκάθισμα как с (ново)греческого переводится слово ξεκάθισμα? — снятие с мели — αρχαιότροπος — επανωβελονιά — απασχόληση — τσόνι — ετέθην — πολιτειοκρατία — δημιουργικότητα — ευλογητός — εγωισταίνω — δυσάλωτος — ραδιοθεραπεία — γραιγουλίζει — ψυχαναγκαστικός — φταίξιμο — λιμενοφύλακας — δραχμοβίωτος — γαλέρα — παρατρέχω — ακατανόητο — τρουβαδούρος — ελεεινολόγηση |
|||