|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανεγκλήτως? — — υποτονικά — βλαχοχώρι — πλιατσικολόγημα — αφροζυμωμένος — κραταιότης — αλατοπιπεριέρα — άφραγκος — αποθαλασσιά — κύηση — πλυστικά — αρχιτεκτονική — ελαφροπιστία — γλιτωμός — αδειαστικά — ξηρολιθοδομή — φρονηματίζω — αβέρτος — βρώμικος — κουράζομαι — συναθροίζω — βασίλεμα |
|||