|
η игольное ушко #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово игольное ушко? — βελονότρυπα как с (ново)греческого переводится слово βελονότρυπα? — игольное ушко — κροσσωτός — φιλόνομος — γυφτάκος — καπαρωμένος — αποτραβιέμαι — οδοντιατρείο — νυχτιάτικος — υδρόφοβος — μύηση — καννιβαλισμός — απειρόκαλος — μακροκλιματολογία — ακατηγόρητος — ηωσινόφιλος — αστειολογία — ανακαμπή — ξεθέωμα — σιάξιμο — σπανομαρία — test2 — χαρτόδετος |
|||