|
Гордость #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово περηφάνια? — — βαρύτητα — τσεκούρας — αντεκδίκηση — αρνιστής — επιδερμοφοτία — μαχήτρια — κολύβριο — αχλωροφυλλία — νταούλι — καρδιόσχημος — μηλίτσα — δραχμοβίωτος — θεμελιώνομαι — παγγένεση — ελόβιος — συντυγχάνω — επίβρεγμα — αριθμολόγηση — δεκαστής — αναλογικά — κλεψιά |
|||