σκοπευτικο

формы словаβ
σκοπευτικο
το прицел



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово прицел? — σκοπευτικο
как с (ново)греческого переводится слово σκοπευτικο? — прицел


μυθολόγοςδιόγκωσηκαλοχώνευτοςσαϊτεύωξελογιάζομαιδικύλινδροςερωτοληψίααγρυρομαραγγιάζωφυσικοθεραπεύτριαπνίγωμουχλιασμένοςτσαλαπατώαποσμβουλεύωψυχοθεραπευτήςακτιοςμπουναμάςπλιατσικολόγοςσαΐνηςΛονδίνοπρόσπεραπαντοδυναμία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit