συμπαράταξη

формы словаβ
συμπαράταξη



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συμπαράταξη? —


γαληνιαίοςοδοντοτεχνίαγυφτουλασιάδιεύρυνσημπιμπελόαργεμόςσυνεκφοράΑφγανόςθρόμβωσηασύνδετονσυμβατικότηταποικιλίαενδιαφερόμενοςθρησκευτικότηταεπίσωτρονυποκύπτωελαφρομυαλιάσποδιάραντιστήραςπροτεραίοςπιστωτής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit