Новогреческий словарь
ιπποπαραγωγός
ιπποπαραγωγός
ο, η
коневод
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коневод
? —
ιπποπαραγωγός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιπποπαραγωγός
? — коневод
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοθετικός
—
βάρανος
—
θεοδολίτιο
—
άπηκτος
—
μπεζές
—
καθέκλα
—
κινηματογράφηση
—
θιαμαίνουμαι
—
οξύρρυγχος
—
βαρβαρόφωνος
—
συναίρεση
—
απόκτηση
—
ηδυνήθην
—
σιδηροπάσσαλος
—
κυκλοφορώ
—
απότολμος
—
υποσκελισμός
—
ωτίδα
—
κωλοπαίδι
—
χρονιάτικος
—
στροφοδίνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве