Новогреческий словарь
αρτοποιητικός
αρτοποιητικός
хлебопекарный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хлебопекарный
? —
αρτοποιητικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρτοποιητικός
? — хлебопекарный
#
(ново)греческий словарь
—
κομπάζω
—
κομμουνίστρια
—
ορθώνω
—
κοπάνισμα
—
αμαύρωμα
—
ημισέληνος
—
απαλλάσσω
—
επιθετικότητα
—
ευκολοπέραστος
—
ακοομέτρηση
—
κερατάκι
—
άζήλευτος
—
μετάθεση
—
χιονοειδής
—
μυέλινος
—
λαχανιαστός
—
τέμνω
—
αποστάτισσα
—
θήτα
—
πλαστότητα
—
αυξησιμετρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве