Новогреческий словарь
αριστοτέχνισσα
αριστοτέχνισσα
η
мастерица; виртуозка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мастерица
? —
αριστοτέχνισσα
как на
(ново)греческом
будет слово
виртуозка
? —
αριστοτέχνισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αριστοτέχνισσα
? — мастерица, виртуозка
#
(ново)греческий словарь
—
πνευματίστρια
—
κατάπτοστος
—
τελεύω
—
κοινωνικοποιούμαι
—
κνησμονός
—
στερεοποιώ
—
ασημένιος
—
ξεσαβουριάζω
—
σπίθα
—
αμέσως
—
πυλη
—
κασιδιάρης
—
επιδόρπια
—
εξομολογητικός
—
μάλλον
—
πυορροώ
—
μουστώνω
—
χαρουπόψωμο
—
υποδηματεργοστασιάρχης
—
υπερακουστική
—
ανιδιοτελές
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,