|
полотняный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полотняный? — παννένιος как с (ново)греческого переводится слово παννένιος? — полотняный — μαϊμουδιάρης — τεκτονικός — πάγωμα — φρενάρισμα — πότης — εφτάστιχο — εμποροϋπάλληλος — στοχασιά — δημοκρατικά — πιεστός — αρχειονομία — αντικειμενικότητα — κάμνω — κωμικός — αρχιτέχτονας — κλεψιγαμία — χωρομέτρης — αγγειορραγία — ωτορινολαρυγγολογίο — κουκλοθέατρο — παραδοξολόγημα |
|||