|
το бойкотирование #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бойкотирование? — μποϋκοτάρισμα как с (ново)греческого переводится слово μποϋκοτάρισμα? — бойкотирование — βροντοχτυπάω — μεράκι — επιμένω — εχιδνώδης — βαθμιαία — λάδωμα — αλληλοφάγωμα — αλφαδιά — νησί — αλάργεψη — ατσάλωση — ιδιοπαθής — θαυμαστικός — αμμόγειος — εξοστείζω — Κύπριος — παραμαζεύω — διαμέτρημα — αυτοπειθαρχούμαι — ομφαλίτις — προβατάρης |
|||