|
η древесина, ксилема #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово древесина? — ξυλίνη как на (ново)греческом будет слово ксилема? — ξυλίνη как с (ново)греческого переводится слово ξυλίνη? — древесина, ксилема — έξυπνος — ισοπεδωτής — γυαλιστήρι — τρικινητήριος — αντιπυροβολώ — βιολοντσελλιστής — τραγικότητα — αυτοπρογραμματικός — τυρόγαλα — διεκθλίβω — Ζουμπουλία — ερτσιανά — ψαροχώρι — απριλινός — εξηντατρίχης — λυρισμός — συναγείρω — ραδιογωνιόμετρο — κορφολόγημα — στόρηση — τηγανίζω |
|||