|
το рудник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рудник? — μεταλλωρυχείο как с (ново)греческого переводится слово μεταλλωρυχείο? — рудник — αντιμόνιο — αμαθήτευτος — αντιπροσωπευτικός — σπάνιος — γκάλοπ — ξεμώραμα — φετιχιστής — απολογιέμαι — ξαγρυπνιά — τσελίκι — πεισματικός — δυσμενής — αμάδητος — αλαφρόσκιωτος — ταώς — ξωκκλήσι — λαγωός — ζουλάπι — εύφλεχτος — απορρήτως — μπάφρα |
|||