|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποκαρωμένος? — — εξαγγέλλω — σανσκριτική — χηρειά — παρωθώ — επικρεμής — λύρα — τηλεμηχανική — δερματίνη — χειροτεχνείο — εγωιστής — ζαμπουνιάρης — κακορριζικιά — αναύξητα — χίμετλον — μητραδέλφη — εισέρχομαι — στομωμένος — διαγκωνισμός — ιχθυέλαιον — παραμάγερας — πτεροθύσανος |
|||