|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αυταρχικότης? — — αλατζαδένιος — εγωμανία — εμφυσητήρας — ξεκοτσάρω — κολόβωση — χαμόμηλο — δολερός — αναξηραίνω — κροντήρι — βοηθώ — εμποριολόγος — μυδραλλιοβολισμός — αγροτικό — καταστέλλω — αλλόθρησκος — φεγγαριάρης — αρλούμπα — εμφράττω — ψυχαναγκαστικός — εθνομάρτυς — θραύσμα |
|||