διαμοίρασμός

формы словаβ
διαμοίρασμός
ο раздача; распределение



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово раздача? — διαμοίρασμός
как на (ново)греческом будет слово распределение? — διαμοίρασμός
как с (ново)греческого переводится слово διαμοίρασμός? — раздача, распределение


καρδινάλιοςακοφτοςμεγαλουργώαχαλιναγώγητοςαυτοϊκανοποιούμαιΓιουγκοσλαβίαλεγάτορεβιθένιοςμεταμερίδιοελληνορρωμαϊκόςδιοριστόςάρραφτοςντερβέναγαςδιασυμμαχικόςσαγήνευμαεφάπλωμαπεντηκονταπλάσιοςμιλιούνιαδυσαρεστούμαιαπλωμαψωμόλυσσα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit