|
верхом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово верхом? — ιππαστί как с (ново)греческого переводится слово ιππαστί? — верхом — φιλέορτος — καταλύτρα — ξύλωμα — ελεγκτής — οικοδομητικός — ζέχνω — ισθμός — ακαμίνιαστος — βρεσίδι — μαστρολόϊ — μαθές — διαπνέω — φορμάστ — καρώτο — ψήχω — ανεξικακία — βέβαιος — καλοσυσταίνω — ενδεκασύλλαβος — θηρευτική — ταχύσκαπτο |
|||