|
остроконечный, заострённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово остроконечный? — σουβλερός как на (ново)греческом будет слово заострённый? — σουβλερός как с (ново)греческого переводится слово σουβλερός? — остроконечный, заострённый — τεσσεράμισι — αλάτινος — κακολόγος — τροχιοδρομικός — σκατένιος — αγγειόσπερμος — σχολιό — αείποτε — νειάτο — αντονυμικός — κωμωδιοποιός — Κρητικοπούλα — φωτομετρικός — τερεβινθέλαιο — γιορτή — ωσμογράφος — χαλυβώνω — πανικά — εντομοθήρας — θεοδολίδιον — χοντροπόδαρος |
|||