|
η вклинивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вклинивание? — ενσφήνωση как с (ново)греческого переводится слово ενσφήνωση? — вклинивание — συμβάλλω — αμπελιά — ψευτόσουπα — κούτρα — κουτσουρεύω — λιγώτερος — βυζορρώγι — επικαιρότητα — αυτοβιογραφία — σίκλος — ημέτερος — ακανθόφυλλος — συναποθνήσκω — αντικειμενιστής — ορνιός — λεπτουργώ — υποφορά — ενσταβλίζω — κουμπουλιά — αμαστόρευτος — ξενομανής |
|||