|
το полигр. стереотипный цех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стереотипный цех? — στερεοτυπείο как с (ново)греческого переводится слово στερεοτυπείο? — стереотипный цех — ναυλωτήριο — ξίδιασμα — λαγγεύομαι — μεσάζω — ρητός — αγαργάλιστος — ελαφροπαρμένος — αργυρένδυτος — αποσκότεινα — δίκαννος — ευραπηλιώτης — ευρυχωρία — όστις — κατασκότεινος — νίκελ — συμπυκνωμένος — αντισταθμιστής — δευτέρωση — ανθυποσμηναγός — λοή — ακροβάτισσα |
|||