|
το крестильная простынка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крестильная простынка? — λαδόπανο как с (ново)греческого переводится слово λαδόπανο? — крестильная простынка — ελικοδρόμιο — θησαορός — ντόμπρος — μικρασιατικός — κορνιζοποιός — κεραμοποιία — νεόνυμφη — ξεκίνημα — ξαναμωραίνω — φαΐ — μωροπίστευτος — αλυτρωτισμός — δολίζω — χερσώνω — σιγόντο — χαρακτηρισμός — αλίγδιαστος — υπερδιεγερσιμότητα — καλωσόρισμα — οξειδώνω — κοινωφελώς |
|||