|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αξιοκρατία? — — διαδέχομαι — παραβλάπτω — ολοθύμως — χνοασμός — φωτοβόλημα — πολεμοκάπηλος — διαίρεσις — προσχηματικά — φιλελεύθερος — ξάλεσμα — φεγγοβόλημα — περιβολάρισσα — κουφά — αφθονία — οξειδώνω — οινόμετρο — σχοινοτενής — φανελλάδικο — αγνώμων — χαράζει — στοιχειωδώς |
|||