αχινόσουπα

формы словаβ
αχινόσουπα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αχινόσουπα? —


αλμύρασυσφίγγωπροπαρασκευάζομαισπούδασμαπεντάχρονοςυδροπέπωνκήτειοςαστόχισμαδυσθεράπευτοςκαρδάμωμακουκούλλαανακυλίωσκληρίααριστοκράτισσααντιφασίσταςεπιτελίςπλακόστρωμανεκρομάντηςνέογαλατιέρααριστοκρατισμός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit