|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πτωκάς? — — θερίστρια — αχρωστικός — κλωστοϋφαντουργείο — φτερούγι — θορυβοποιός — καμιναέριον — ζυγοδέτης — γενική — πλατύπους — ακατάληπτα — πεσσός — μονόχορδος — διπλοσάνιδο — σαρακιασμένος — γαυρίαμα — διάθυρο — αστάχωτος — μόνος — ξυλογράφημα — κακόγουστος — χαλβαδόπιτα |
|||