|
τα зоол. рукокрылые #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рукокрылые? — χειρόπτερα как с (ново)греческого переводится слово χειρόπτερα? — рукокрылые — εντειχισμός — δικαιολογούμαι — νεροδεσιά — αλογοσκούφης — αντρογυναίκα — ανακύμανση — πλείστος — ακατάργητος — βραζιλιανός — αβλεπής — ομορφαίνω — εκδηλωτικός — αλαμπία — βωλογυρίζω — κύλιση — μασουλίζω — προσσελήνωση — λεβεντόπαιδο — ενοχλώ — γέρος — αιμοβορία |
|||