|
η жара, духота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жара? — κουφόβραση как на (ново)греческом будет слово духота? — κουφόβραση как с (ново)греческого переводится слово κουφόβραση? — жара, духота — ακριδοκτόνος — προεξοφλητέος — αδιάθερμος — μπατάκι — ιδεολογία — βουτροφία — ψαρωτικός — βαθύχρους — πρόπτωση — σιδεράδικο — παιάν — οπωροπώλις — προλύτης — ενοικίαση — νταγκλαράς — αεροεξπρές — νέσιμο — ξεραίνω — γαργάλητό — χυμευτός — βαθύπλουτος |
|||