Новогреческий словарь
ωτικός
ωτικός
ушной
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ушной
? —
ωτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ωτικός
? — ушной
#
(ново)греческий словарь
—
σονάτα
—
σακχαροδόχη
—
αυτοχειροτόνητος
—
κουκκιστός
—
καταλογισμός
—
δραγάτισσα
—
συνταξιδιώτισσα
—
άσκημος
—
μπουκώνω
—
πουσταρέλι
—
δορυφορία
—
ανεξάρτητος
—
εγωϊστής
—
αποτυπώνω
—
σπινθηρισμός
—
διοικητήριο
—
πεντακοσαριά
—
κριθή
—
χαλκιάς
—
δοθιήνωση
—
κολλύριο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве