Новогреческий словарь
ιταλιάνικος
ιταλιάνικ|ος
итальянский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
итальянский
? —
ιταλιάνικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιταλιάνικος
? — итальянский
#
(ново)греческий словарь
—
καθαρισμός
—
μαυρογή
—
αλλότριο
—
πολυλογία
—
μεσομακροπρόθεσμος
—
οικουμένη
—
ηλεκτρογόνος
—
διαξαίνω
—
διθυραμβικός
—
απονήρευτος
—
φιλοποσία
—
συμφιλιωτικά
—
αγροίκία
—
σμικρoς
—
αυτοκυριαρχία
—
ένυδρος
—
αμόνω
—
μαλαθρακισμένος
—
μοχθώ
—
δευτεραγωνιστής
—
γλέπω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве